Μετάφραση: Θανάσης Χατζόπουλος
Η ικανότητα να είσαι μόνος (1958)
Βασισμένο σε άρθρο που ανακοινώθηκε σε Έκτακτη Επιστημονική Συνάντηση της Βρετανικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας, στις 24 Ιουλίου 1957, και πρωτοδημοσιεύθηκε στο Int. J. Psycho-Anal, 39, σελ. 416-20.[43]
Θα ήθελα να εξετάσω την ικανότητα του ατόμου να είναι μόνο βασιζόμενος στην υπόθεση ότι αυτή η ικανότητα αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά σημάδια ωριμότητας στη συναισθηματική ανάπτυξη.
Σε όλες σχεδόν τις ψυχαναλυτικές θεραπείες υπάρχουν στιγμές όπου η ικανότητα του αρρώστου να είναι μόνος είναι σημαντική. Κλινικά αυτό μπορεί να εκφραστεί με μια φάση σιωπής ή με μια σιωπηλή συνεδρία. Αυτή η σιωπή, απέχοντας πολύ από το να είναι ένδειξη αντίστασης, αποδεικνύεται τελικά μια επίτευξη από μέρους του ασθενούς. Ίσως εδώ ο ασθενής μπόρεσε για πρώτη φορά να είναι μόνος. Θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή σ’ εκείνη την πλευρά της μεταβίβασης κατά την οποία ο ασθενής είναι μόνος στην αναλυτική συνεδρία.
Είναι μάλλον αληθές ότι στην ψυχαναλυτική βιβλιογραφία έχουν γραφτεί περισσότερα για το φόβο να είσαι μόνος ή για την επιθυμία να είσαι μόνος παρά για την ικανότητα να είσαι μόνος. Υπάρχει επίσης ικανός αριθμός εργασιών για την κατάσταση της απόσυρσης, μιας αμυντικής οργάνωσης που υποδηλώνει προσδοκία δίωξης. Μου φαίνεται ότι η συζήτηση των θετικών όψεων της ικανότητας να είσαι μόνος έχει καθυστερήσει. Ίσως να υπάρχουν στη βιβλιογραφία συγκεκριμένες απόπειρες περιγραφής της ικανότητας να είσαι μόνος, αλλά δεν είμαι ενήμερος γι’ αυτές. Θα ήθελα να παραπέμψω μόνο στην έννοια της ανακλιτικής σχέσης (βλ. Winnicott, 1956a) του Freud (1914).
Τριαδικές και δυαδικές σχέσεις
Ο Rickman μας εισήγαγε στην ιδέα του να σκεφτόμαστε αναφορικά με τριαδικές και δυαδικές σχέσεις. Συχνά αναφερόμαστε στο Οιδιπόδειο σύμπλεγμα ως ένα στάδιο κατά το οποίο στο πεδίο της εμπειρίας κυριαρχούν οι τριαδικές σχέσεις. Κάθε απόπειρα περιγραφής του Οιδιπόδειου συμπλέγματος από την άποψη δύο ατόμων είναι προορισμένη να αποτύχει. Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν όντως δυαδικές σχέσεις και ανήκουν σε σχετικά πρώιμα στάδια της ιστορίας του ατόμου. Η αρχική δυαδική σχέση είναι εκείνη του βρέφους και της μητέρας ή ενός μητρικού υποκατάστατου, προτού ξεχωρίσει οποιαδήποτε ιδιότητα της μητέρας για να διαμορφωθεί από αυτήν η ιδέα του πατέρα. Η έννοια της Klein για την καταθλιπτική θέση μπορεί να περιγραφεί με όρους δυαδικών σχέσεων, και ίσως είναι αλήθεια να πούμε ότι μια δυαδική σχέση αποτελεί ουσιώδες χαρακτηριστικό της έννοιας αυτής.
Έχοντας σκεφτεί με όρους τριαδικών και δυαδικών σχέσεων, πόσο φυσικό θα ήταν να πάει κανείς σε ένα προγενέστερο στάδιο και να μιλήσει για σχέση του ενός! Εκ πρώτης όψεως, θα φαινόταν ότι ο ναρκισσισμός θα συνιστούσε αυτή τη σχέση του ενός, είτε μια πρώιμη μορφή δευτερογενούς ναρκισσισμού είτε αυτός καθαυτός ο πρωτογενής ναρκισσισμός. Υποθέτω ότι αυτό το άλμα από τις δυαδικές σχέσεις σε μια σχέση του ενός δεν μπορεί να γίνει στην πραγματικότητα, χωρίς σε μεγάλο βαθμό να παραβιάσουμε όσα γνωρίζουμε από την αναλυτική μας εργασία και από την άμεση παρατήρηση μητέρων και βρεφών.
Το να είσαι πραγματικά μόνος
Θα γίνει αντιληπτό ότι αυτό που συζητώ δεν αφορά το να είσαι πραγματικά μόνος. Ένα πρόσωπο μπορεί να βρίσκεται στην απομόνωση και όμως να μην είναι ικανό να είναι μόνο. Το πόσο πολύ θα πρέπει να υποφέρει ξεπερνά κάθε φαντασία. Ωστόσο, πολλοί άνθρωποι είναι ικανοί να χαίρονται τη μοναξιά πριν βγουν από την παιδική ηλικία, ίσως μάλιστα να την αξιολογούν ως το πιο πολύτιμο απόκτημα τους.
Η ικανότητα να είσαι μόνος είναι είτε ένα φαινόμενο εξαιρετικής λεπτότητας, ένα φαινόμενο που μπορεί να συμβεί κατά την ανάπτυξη του ατόμου μετά την εγκατάσταση τριαδικών σχέσεων, είτε ένα φαινόμενο της πρώτης περιόδου της ζωής που δικαιούται ειδική μελέτη επειδή αποτελείτο θεμέλιο πάνω στο οποίο οικοδομείται με πολύ λεπτό τρόπο η μοναχικότητα.
Παράδοξο
Τώρα μπορεί να εκτεθεί το κύριο σημείο αυτού του άρθρου. Στην εγκατάσταση της ικανότητας να είσαι μόνος συμβάλλουν πολλοί τύποι εμπειρίας1 ένας όμως από αυτούς είναι θεμελιώδης, και χωρίς επαρκή [44], εμπειρία τέτοιου τύπου η ικανότητα να είσαι μόνος δεν μπορεί να υπάρξει. Πρόκειται για την εμπειρία να είσαι μόνος, ως βρέφος και μικρό παιδί, παρουσία της μητέρας. Έτσι η βάση για την ικανότητα να είσαι μόνος αποτελεί ένα παράδοξο και συνίσταται στην εμπειρία να είσαι μόνος ενόσω κάποιος άλλος είναι παρών.
Εδώ υποδηλώνεται ένας μάλλον ειδικός τύπος σχέσης, της σχέσης ανάμεσα στο βρέφος ή στο μικρό παιδί που είναι μόνο και στη μητέρα ή στο μητρικό-υποκατάστατο που η παρουσία της είναι πράγματι αξιόπιστη, ακόμη κι αν προς στιγμήν αντιπροσωπεύεται από ένα κρεβατάκι ή ένα καροτσάκι ή από τη γενική ατμόσφαιρα του άμεσου περιβάλλοντος. Θα ήθελα να προτείνω ένα όνομα γι’ αυτό τον ειδικό τύπο σχέσης.
Προσωπικά θα χρησιμοποιούσα ευχαρίστως τον όρο συγγενικότητα-του-εγώ, ο οποίος είναι κατάλληλος επειδή αντιπαρατίθεται μάλλον σαφώς στη λέξη σχέση-του-αυτό, που συνιστά μια επαναλαμβανόμενη περιπλοκή σε ό,τι θα μπορούσε να ονομάζεται ζωή του εγώ. Η συγγενικότητα-του-εγώ αναφέρεται στη σχέση ανάμεσα σε δύο άτομα, ένα από τα οποία είναι μόνο. Ίσως και τα δυο να είναι μόνα, όμως η παρουσία του καθενός είναι σημαντική για το άλλο. Θεωρώ ότι εάν κάποιος συγκρίνει τη σημασία της λέξης «συμπαθώ» με εκείνη της λέξης «αγαπώ», μπορεί να διακρίνει ότι η συμπάθεια είναι ζήτημα συγγενικότητας-του-εγώ, ενώ η αγάπη είναι περισσότερο ζήτημα σχέσεων-του-αυτό, είτε ακατέργαστων είτε σε μετουσιωμένη μορφή.
Προτού αναπτύξω αυτές τις δύο ιδέες με τον προσωπικό μου τρόπο, θα ήθελα να σας υπενθυμίσω με ποιο τρόπο θα ήταν δυνατόν να αναφερθώ στην ικανότητα να είσαι μόνος με τη συνήθως χρησιμοποιούμενη ψυχαναλυτική ορολογία.
Μετά τη συνουσία
Είναι ίσως σωστό να πω ότι μετά από μια ικανοποιητική συνουσία κάθε σύντροφος είναι μόνος και νιώθει ευχαριστημένος που είναι μόνος. Η ικανότητα του καθενός να χαίρεται που είναι μόνος μαζί με ένα άλλο πρόσωπο, το οποίο είναι επίσης μόνο, είναι καθαυτή μια υγιής εμπειρία. Η απώλεια της έντασης-του-αυτό μπορεί να προκαλέσει άγχος, αλλά η χρονική απαρτίωση της προσωπικότητας δίνει στο άτομο τη δυνατότητα να περιμένει τη φυσική επάνοδο της έντασης-του-αυτό και να χαίρεται το μοίρασμα της μοναξιάς, μιας μοναξιάς δηλαδή που είναι σχετικά απαλλαγμένη από την ιδιότητα που αποκαλούμε «απόσυρση».[45]
Πρωταρχική σκηνή
Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η ικανότητα ενός ατόμου να είναι μόνο εξαρτάται από την ικανότητα του να αντιμετωπίζει τα αισθήματα που ανακινούνται από την πρωταρχική σκηνή. Στην πρωταρχική σκηνή γίνεται αντιληπτή ή φαντασιώνεται μια συναρπαστική σχέση ανάμεσα στους γονείς, κι αυτό γίνεται αποδεκτό από το παιδί που είναι υγιές και ικανό να κυριαρχήσει στο μίσος και να το θέσει στην υπηρεσία του αυνανισμού. Στον αυνανισμό το παιδί ως άτομο, όντας το τρίτο πρόσωπο σε μια τριγωνική ή τριαδική σχέση, αναλαμβάνει τη συνολική ευθύνη για τη συνειδητή και την ασυνείδητη φαντασίωση. Η ικανότητα να είναι μόνο υπό αυτές τις περιστάσεις συνεπάγεται μια ωριμότητα στην ερωτική ανάπτυξη, μια γεννητική ικανότητα ή την αντίστοιχη θηλυκή αποδοχή. Συνεπάγεται συγχώνευση των επιθετικών και ερωτικών ορμών και ιδεών και ανοχή της αμφιθυμίας. Από μέρους του ατόμου, όλο αυτό συνοδεύεται φυσικά από μια ικανότητα ταύτισης με καθέναν από τους γονείς.
Μια περιγραφή με αυτούς ή άλλους όρους θα μπορούσε να γίνει σχεδόν απείρως περίπλοκη, επειδή η ικανότητα να είσαι μόνος είναι σχεδόν συνώνυμη με τη συναισθηματική ωριμότητα.
Καλό εσωτερικό αντικείμενο
Τώρα θα προσπαθήσω να χρησιμοποιήσω μια άλλη γλώσσα, μια γλώσσα η οποία προέρχεται από την εργασία της Melanie Klein. H ικανότητα να είσαι μόνος εξαρτάται από την ύπαρξη ενός καλού αντικειμένου στην ψυχική πραγματικότητα του ατόμου. Το καλό εσωτερικό στήθος ή πέος ή οι καλές εσωτερικές σχέσεις είναι αρκετά καλά τοποθετημένες και προστατευμένες από το άτομο (εν πάση περιπτώσει επί του παρόντος) ώστε να νιώθει εμπιστοσύνη για το παρόν και το μέλλον. Η σχέση του ατόμου με τα εσωτερικά του αντικείμενα, μαζί με την εμπιστοσύνη του όσον αφορά τις εσωτερικές σχέσεις, εξασφαλίζει αφεαυτής ένα επαρκές ζην έτσι ώστε προσωρινά το άτομο να έχει την ικανότητα να παραμένει ευχαριστημένο ακόμη και με την απουσία εξωτερικών αντικειμένων ή ερεθισμάτων. Η ωριμότητα και η ικανότητα να είσαι μόνος υποδηλώνουν ότι το άτομο, λόγω της αρκετά καλής μητρικής φροντίδας, είχε την ευκαιρία να οικοδομήσει μια πίστη σε ένα ευμενές περιβάλλον. Αυτή η πίστη οικοδομείται από την επανάληψη ικανοποιητικών ενστικτικών ευχαριστήσεων.
Σ’ αυτή τη γλώσσα βρίσκεται κανείς σε αναφορά με ένα προγενέστερο [46] στάδιο ατομικής ανάπτυξης από εκείνο του κλασικού Οιδιπόδειου συμπλέγματος. Ωστόσο το στάδιο αυτό προϋποθέτει σημαντικό βαθμό ωριμότητας του εγώ. Προϋποθέτει την απαρτίωση του ατόμου σε μονάδα, διαφορετικά δεν θα είχε νόημα η αναφορά σε εσωτερικό και εξωτερικό, ή η απόδοση ειδικής σημασίας στη φαντασίωση του εσωτερικού. Με αρνητικούς όρους: το άτομο θα πρέπει να είναι σχετικά απαλλαγμένο από διωκτικά άγχη. Με θετικούς όρους: τα καλά εσωτερικά αντικείμενα βρίσκονται στον προσωπικό εσωτερικό κόσμο του ατόμου και την κατάλληλη στιγμή είναι διαθέσιμα να προβληθούν.
Να είσαι μόνος σε ένα στάδιο ανωριμότητας
Το ερώτημα που τίθεται σ’ αυτό το σημείο είναι το εξής: Μπορεί ένα παιδί ή ένα βρέφος να είναι μόνο σε ένα πολύ πρώιμο στάδιο, όταν η ανωριμότητα του εγώ καθιστά αδύνατη μια περιγραφή αυτής της κατάστασης με τη μόλις προαναφερθείσα ορολογία; Βασικό για την άποψη μου είναι ότι χρειάζεται να μπορούμε να μιλούμε για μια μη εξεζητημένη μορφή του να είσαι μόνος και ότι, ακόμη κι αν συμφωνούμε πως πρόκειται για μια συνθήκη εξαιρετικής λεπτότητας, η ικανότητα να είσαι αληθινά μόνος βασίζεται στην πρώιμη εμπειρία τού να είσαι μόνος παρουσία κάποιου άλλου. Το να είσαι μόνος παρουσία κάποιου άλλου μπορεί να συμβεί σε ένα πολύ πρώιμο στάδιο, όταν η ανωριμότητα τον εγώ εξισορροπείται φυσικά με υποστήριξη-του-εγώ από τη μητέρα. Στην πορεία του χρόνου το άτομο ενδοβάλλει την υποστηρικτική-του-εγώ μητέρα και κατ’ αυτό τον τρόπο γίνεται ικανό να είναι μόνο χωρίς συχνή αναφορά στη μητέρα ή σε ένα μητρικό σύμβολο.
«Είμαι μόνος»
Θα ήθελα να συνεχίσω αυτό το θέμα μ’ έναν διαφορετικό τρόπο, μελετώντας τη φράση «Είμαι μόνος».
Πρώτον υπάρχει η προσωπική αντωνυμία σε πρώτο πρόσωπο, η οποία υπονοείται στο «είμαι» και συνεπάγεται μεγάλη συναισθηματική ανάπτυξη. Το άτομο έχει συσταθεί ως μονάδα. Η απαρτίωση είναι γεγονός. Ο εξωτερικός κόσμος αποκηρύσσεται και είναι δυνατόν να υπάρχει ένας εσωτερικός κόσμος. Αυτή είναι απλώς μια τοπογραφική δήλωση της προσωπικότητας ως ενός πράγματος, ως μιας οργάνωσης ενός πυρήνα-του-εγώ. Σ’ αυτό το σημείο δεν γίνεται καμιά αναφορά στο ζην.
Ύστερα έρχεται η λέξη «είμαι», που αντιπροσωπεύει ένα στάδιο στην ανάπτυξη του ατόμου. Μ’ αυτή τη λέξη το άτομο όχι μόνο έχει [47] μορφή αλλά και ζωή. Στις απαρχές του «είμαι» το άτομο είναι (τρόπος του λέγειν) ωμό, απροστάτευτο, τρωτό, εν δυνάμει παρανοϊκό. Μπορεί να φτάσει με επιτυχία στο στάδιο του «είμαι» μόνο επειδή υπάρχει ένα προστατευτικό περιβάλλον. Το προστατευτικό περιβάλλον είναι στην πραγματικότητα η μητέρα, η οποία ασχολείται με το ίδιο της το βρέφος και είναι προσανατολισμένη στις απαιτήσεις του εγώ του βρέφους μέσω της ταύτισης της μαζί του. Σ’ αυτό το στάδιο του «είμαι» δεν χρειάζεται να θεωρήσουμε δεδομένη μια αντίληψη της μητέρας από μέρους του βρέφους.
Στη συνέχεια έρχομαι στις λέξεις «είμαι μόνος». Σύμφωνα με τη θεωρία που διατυπώνω, αυτό το περαιτέρω στάδιο συνεπάγεται πράγματι μια αναγνώριση της συνέχειας της ύπαρξης της μητέρας από μέρους του βρέφους. Με αυτό δεν εννοώ υποχρεωτικά μια συνειδητή αντίληψη. Θεωρώ όμως ότι το «είμαι μόνος» είναι μια ανάπτυξη του «είμαι». Κι αυτή εξαρτάται από τη βρεφική αντίληψη της συνέχειας της ύπαρξης μιας αξιόπιστης μητέρας, που η αξιοπιστία της καθιστά εφικτό για το βρέφος να είναι μόνο και να χαίρεται να είναι μόνο για ένα περιορισμένο χρονικό διάστημα.
Κατ’ αυτό τον τρόπο προσπαθώ να δικαιολογήσω το παράδοξο ότι η ικανότητα να είσαι μόνος βασίζεται στην εμπειρία να είσαι μόνος παρουσία κάποιου άλλου, και ότι, όταν αυτή η εμπειρία δεν είναι επαρκής, δεν μπορεί να αναπτυχθεί η ικανότητα να είσαι μόνος.
«Συγγενικότητα-του-εγώ»
Τώρα, αν έχω δίκιο στο ζήτημα αυτού του παράδοξου, θα είχε ενδιαφέρον να εξετάσω τη φύση της σχέσης του βρέφους με τη μητέρα, την οποία για τις ανάγκες αυτού του άρθρου έχω ονομάσει συγγενικότητα-του-εγώ. Θα φανεί ότι αποδίδω μεγάλη σημασία σ’ αυτή τη σχέση, καθώς θεωρώ ότι συνιστά το υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένη η φιλία. Κι ίσως αποδειχθεί ότι αποτελεί τη μήτρα της μεταβίβασης.
Υπάρχει μια πρόσθετη αιτία για την οποία αποδίδω ειδική σημασία σ’ αυτό το ζήτημα της συγγενικότητας-του-εγώ. για να κάνω όμως σαφές τι εννοώ, πρέπει προς στιγμήν να παρακάμψω.
Νομίζω πως θα είμαστε γενικά σύμφωνοι ότι η ορμή-του-αυτό είναι σημαίνουσα μόνο αν εμπεριέχεται στο ζην του εγώ. Μια ορμή-του-αυτό είτε αποδιοργανώνει ένα αδύναμο εγώ είτε ενισχύει ένα ισχυρό. Θα μπορούσα να πω ότι οι σχέσεις-του-αυτό ενισχύουν το εγώ όταν λαμβάνουν χώρα σε ένα πλαίσιο συγγενικότητας-του-εγώ. Αν αυτό γίνεται αποδεκτό, τότε συνεπάγεται ότι κατανοούμε τη σπουδαιότητα του να [48] είσαι μόνος. Μόνον όταν είναι μόνο (δηλαδή τη παρουσία κάποιου άλλου) μπορεί το βρέφος να ανακαλύψει τη δική του προσωπική ζωή. Η παθολογική εναλλακτική λύση είναι μια ψευδής ζωή οικοδομημένη σε αντιδράσεις απέναντι σε εξωτερικά ερεθίσματα. Όταν είναι μόνο με την έννοια που χρησιμοποιώ τον όρο, και μόνον όταν είναι μόνο, το βρέφος είναι ικανό να βρεθεί σε κατάσταση ισοδύναμη με ό,τι θα αποκαλούσαμε σε έναν ενήλικο χαλάρωση. Το βρέφος μπορεί τότε να βρεθεί σε κατάσταση μη απαρτίωσης ή έλλειψης προσανατολισμού. Μπορεί να παραδέρνει ή για ένα χρονικό διάστημα να υπάρχει χωρίς να είναι ούτε αντιδραστήρας σε έναν εξωτερικό σφετερισμό ούτε ένα ενεργό πρόσωπο με ενδιαφέροντα ή κινήσεις με συγκεκριμένη κατεύθυνση. Οι συνθήκες για μια εμπειρία του αυτό έχουν ωριμάσει. Στην πορεία του χρόνου φθάνει μια αίσθηση ή μια παρόρμηση. Σ’ αυτό το πλαίσιο η αίσθηση ή η παρόρμηση θα γίνει αισθητή ως πραγματική και θα είναι αληθινά μια προσωπική εμπειρία.
Θα φανεί τώρα γιατί είναι σημαντικό να υπάρχει κάποιος διαθέσιμος, κάποιος παρών, μολονότι παρών χωρίς να διατυπώνει αιτήματα. Αφού η παρόρμηση είναι παρούσα, μπορεί να καρποφορήσει η εμπειρία τού αυτό, και το αντικείμενο μπορεί να είναι ένα μέρος ή το σύνολο του συνοδού προσώπου, δηλαδή της μητέρας. Μόνο υπό αυτές τις συνθήκες το βρέφος μπορεί να έχει μια εμπειρία την οποία να αισθάνεται ως πραγματική. Ένας μεγάλος αριθμός τέτοιων εμπειριών διαμορφώνει τη βάση για μια ζωή που τη χαρακτηρίζει η πραγματικότητα αντί η ματαιότητα. Το άτομο που έχει αναπτύξει την ικανότητα να είναι μόνο είναι σταθερά ικανό να επανανακαλύπτει την προσωπική παρόρμηση χωρίς να τη σπαταλά, επειδή η κατάσταση του να είσαι μόνος είναι κάτι το οποίο υποδηλώνει πάντοτε (αν και με παράδοξο τρόπο) ότι κάποιος άλλος είναι εκεί.
Στην πορεία του χρόνου το άτομο γίνεται ικανό να παραιτείται της πραγματικής παρουσίας μιας μητέρας ή μιας μητρικής μορφής. Αυτό έχει αποδοθεί με όρους όπως εγκατάσταση ενός «εσωτερικού περιβάλλοντος» και πρόκειται για κάτι πιο πρωτόγονο από το φαινόμενο που δικαιούται τον όρο «ενδοβλημένη μητέρα».
Κορύφωση στη συγγενικότητα-του-εγώ
Θα ήθελα τώρα να προχωρήσω λίγο πιο πέρα κάνοντας μερικές σκέψεις ως προς τη συγγενικότητα-του-εγώ και τις δυνατότητες εμπειρίας μέσα σε αυτή τη σχέση. Θα ήθελα επίσης να μελετήσω την έννοια ενός οργασμού του εγώ. Αντιλαμβάνομαι φυσικά ότι, αν υπάρχει κάτι [49] τέτοιο όπως ο οργασμός του εγώ, όσοι έχουν αναστολές στην ενστικτική εμπειρία θα τείνουν να ειδικεύονται σε τέτοιους οργασμούς, έτσι ώστε η τάση για οργασμό του εγώ θα ήταν κάπως παθολογική. Για την ώρα θα επιθυμούσα να αφήσω κατά μέρος τη μελέτη του παθολογικού, χωρίς να λησμονώ την ταύτιση του συνόλου του σώματος με ένα μερικό αντικείμενο (φαλλός), και να αναρωτηθώ κατά πόσον μπορεί να έχει αξία η σκέψη της έκστασης ως ενός οργασμού του εγώ. Μια συναυλία, μια θεατρική παράσταση ή μια φιλία μπορεί να προσφέρουν στο φυσιολογικό άτομο μια τέτοια εμπειρία εξαιρετικής ικανοποίησης, για την οποία μπορεί να επιφυλάσσεται ένας όρος όπως οργασμός του εγώ, που εφιστά την προσοχή στην κορύφωση και στη σπουδαιότητα της κορύφωσης. Ίσως θεωρηθεί ανόητη η χρήση της λέξης οργασμός σ! αυτά τα συμφραζόμενα. Νομίζω ότι ακόμη κι έτσι υπάρχει περιθώριο να συζητήσουμε για την κορύφωση που μπορεί να λάβει χώρα όταν η συγγενικότητα-του-εγώ είναι ικανοποιητική. Μπορεί κανείς να ρωτήσει: Όταν ένα παιδί παίζει, όλο το παιχνίδι είναι μια μετουσίωση της ορμής-του-αυτό; Δεν θα μπορούσε να έχει κάποια σημασία η σκέψη ότι υπάρχει ποιοτική καθώς και ποσοτική διαφορά τού αυτό όταν συγκρίνει κανείς το παιχνίδι, που προσφέρει ικανοποίηση, με το ωμό ένστικτο στο οποίο βασίζεται το παιχνίδι; Η έννοια της μετουσίωσης είναι πλήρως αποδεκτή και έχει μεγάλη αξία. Αλλά είναι κρίμα να μη γίνεται κάποια μνεία στην τεράστια διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στο ευτυχισμένο παιχνίδι των παιδιών και στο παιχνίδι των παιδιών που διεγείρονται παθολογικά και φαίνεται να βρίσκονται πολύ κοντά σε μια ενστικτική εμπειρία. Είναι αλήθεια ότι ακόμη και στο ευτυχισμένο παιχνίδι του παιδιού καθετί μπορεί να ερμηνευθεί από την άποψη της ορμής-του-αυτό. Αυτό είναι δυνατόν επειδή αναφερόμαστε σε σύμβολα. Και αναμφίβολα βρισκόμαστε σε ασφαλές έδαφος όταν χρησιμοποιούμε συμβολισμό και κατανοούμε κάθε παιχνίδι από την άποψη των σχέσεων-του-αυτό. Ωστόσο, αν λησμονούμε ότι το παιχνίδι ενός παιδιού δεν είναι ευτυχισμένο όταν περιπλέκεται από σωματικές διεγέρσεις με τις φυσικές τους κορυφώσεις, αφήνουμε κατά μέρος κάτι ζωτικής σημασίας.
Το υποτιθέμενο φυσιολογικό παιδί μπορεί να παίζει, να διεγείρεται όταν παίζει και να νιώθει ικανοποιημένο με το παιχνίδι, χωρίς να νιώθει ότι απειλείται από φυσικό οργασμό λόγω τοπικής διέγερσης. Αντιθέτως, ένα στερημένο παιδί με αντικοινωνική τάση ή ένα παιδί με εκσεσημασμένη αμυντική μανιακή ανησυχία δεν μπορεί να χαρεί το παιχνίδι επειδή εμπλέκεται φυσικά το σώμα. Μια φυσική κορύφωση είναι αναγκαία, και οι περισσότεροι γονείς γνωρίζουν τη στιγμή κατά την οποία το μόνο που δίνει τέλος σε ένα διεγερτικό παιχνίδι είναι ένα χαστούκι [50] — το οποίο προσφέρει μια ψευδή, αλλά πολύ χρήσιμη κορύφωση. Κατά τη γνώμη μου, αν συγκρίνουμε μια σεξουαλική εμπειρία με το ευτυχισμένο παιχνίδι ενός παιδιού ή με την εμπειρία ενός ενηλίκου σε μια συναυλία, η διαφορά είναι τόσο μεγάλη ώστε δεν θα έβλαπτε αν η περιγραφή των δύο εμπειριών γινόταν με διαφορετικούς όρους. Όποιος κι αν είναι ο ασυνείδητος συμβολισμός, στον ένα τύπο εμπειρίας το ποσόν της πραγματικής φυσικής διέγερσης είναι ελάχιστο και στον άλλο μέγιστο. Μπορούμε να αναγνωρίζουμε αυτή καθαυτή τη σπουδαιότητα της συγγενικότητας-του-εγώ χωρίς να εγκαταλείπουμε τις ιδέες στις οποίες βασίζεται η έννοια της μετουσίωσης.
Σύνοψη
Η ικανότητα να είσαι μόνος είναι ένα φαινόμενο εξαιρετικής λεπτότητας και πολλοί παράγοντες συμβάλλουν σ’ αυτό. Συνδέεται στενά με τη συναισθηματική ωριμότητα.
Η βάση για την ικανότητα να είσαι μόνος είναι η εμπειρία να είσαι μόνος παρουσία κάποιου άλλου. Κατ’ αυτό τον τρόπο ένα βρέφος με αδύναμη οργάνωση του εγώ μπορεί να είναι μόνο λόγω αξιόπιστης υποστήριξης-του-εγώ.
Ο τύπος της σχέσης που υπάρχει ανάμεσα σε ένα βρέφος και στην υποστηρικτική-του-εγώ μητέρα αξίζει ιδιαίτερης μελέτης. Παρόλο που έχουν χρησιμοποιηθεί κι άλλοι όροι, υποθέτω ότι η συγγενικότητα-του-εγώ θα μπορούσε να είναι ένας καλός όρος για προσωρινή χρήση.
Σε ένα πλαίσιο συγγενικότητας-του-εγώ οι σχέσεις-του-αυτό λαμβάνουν χώρα και μάλλον ενισχύουν παρά αποδιοργανώνουν το ανώριμο εγώ.
Βαθμιαία, το υποστηρικτικό-του-εγώ περιβάλλον ενδοβάλλεται και αφομοιώνεται στην προσωπικότητα του ατόμου, διαμορφώνοντας έτσι μια ικανότητα να είσαι πραγματικά μόνος. Ακόμη κι έτσι, θεωρητικά, υπάρχει πάντοτε κάποιος παρών, κάποιος που εξομοιώνεται ασυνείδητα και σε τελική ανάλυση με τη μητέρα, το πρόσωπο που, τις πρώτες ημέρες και εβδομάδες, ήταν προσωρινά ταυτισμένο με το βρέφος και για το χρονικό αυτό διάστημα δεν ενδιαφερόταν για τίποτε άλλο εκτός από τη φροντίδα του.